Λαγκάρντ: «Formidable» η έκθεση Ντράγκι, αλλά η ΕΚΤ δε θα αλλάξει τίποτα

«Επικροτώ την έκθεση Ντράγκι», δήλωσε η Λαγκάρντ. «Δεν είχαμε χρόνο να αναλύσουμε τα πάντα... Αλλά είναι μια τρομερή έκθεση, καθώς θέτει μια διάγνωση που είναι σοβαρή, αλλά δίκαιη κατά την άποψή μας». [BORIS ROESSLER/DPA/GETTY]

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Κριστίν Λαγκάρντ χαρακτήρισε «τρομερή» την έκθεση Ντράγκι  την Πέμπτη (12 Σεπτεμβρίου), αλλά δήλωσε ότι η ευθύνη για την ενίσχυση της υστερούσας ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης ανήκει τελικά στις κυβερνήσεις της ΕΕ και όχι στους υπεύθυνους χάραξης νομισματικής πολιτικής.

Τα σχόλια της Λαγκάρντ την Πέμπτη για την 400σέλιδη ανάλυση του Ντράγκι ακολουθούν την πολιτική που ακολούθησε η ΕΚΤ για μείωση των προβλέψεων για το ΑΕΠ της ευρωζώνης τα επόμενα τρία χρόνια κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα. Η ανάπτυξη αναμένεται πλέον να φθάσει μόλις το 0,8% το 2024.

Η τράπεζα μείωσε επιπλέον το βασικό της επιτόκιο κατά 0,25 ποσοστιαίες μονάδες στο 3,5% – η δεύτερη μείωση του επιτοκίου φέτος και σύμφωνα με τις προσδοκίες των αναλυτών.

«Επικροτώ την έκθεση Ντράγκι», δήλωσε η Λαγκάρντ. «Δεν είχαμε χρόνο να αναλύσουμε τα πάντα… Αλλά είναι μια τρομερή έκθεση, καθώς θέτει μια διάγνωση που είναι σοβαρή, αλλά δίκαιη κατά την άποψή μας».

Η Λαγκάρντ, η οποία διαδέχθηκε τον Ντράγκι στην ηγεσία της ΕΚΤ το 2019, εξήρε τον «συγκεκριμένο» χαρακτήρα των πολυάριθμων προτεινόμενων «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» του προκατόχου της, ιδίως εκείνων που αφορούν τη βαθύτερη ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU).

Ωστόσο, είπε πως δεν γνώριζε ότι στην έκθεση Ντράγκι περιλαμβάνεται και η η πρόταση για τροποποίηση της αρμοδιότητας της ΕΚΤ και επανέλαβε τη δέσμευση της ΕΚΤ να διασφαλίσει την επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο του 2%.

«Είμαι πραγματικά βέβαιη ότι η νομισματική πολιτική θα κάνει αυτό που πρέπει να κάνει, δηλαδή να παρέχει σταθερότητα των τιμών και να εκπληρώνει την εντολή της… Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις δεν είναι ευθύνη μιας κεντρικής τράπεζας. Είναι ευθύνη των κυβερνήσεων», δήλωσε η ίδια.

Η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια 10 συνεχόμενες φορές μετά την ολοκληρωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, η οποία οδήγησε τις τιμές στα ύψη σε ολόκληρη την Ένωση.

Τον Ιούνιο, η τράπεζα μείωσε το βασικό της επιτόκιο από το υψηλό ρεκόρ του 4%, αλλά ανέστειλε περαιτέρω μειώσεις τον Ιούλιο εν μέσω της επίμονης ανησυχίας για την υψηλή αύξηση των μισθών και τον πληθωρισμό των υπηρεσιών.

Τον Αύγουστο ο γενικός πληθωρισμός ήταν 2,2%, μειωμένος από 2,6% τον Ιούλιο και πολύ χαμηλότερα από το μέγιστο 10,6% του Οκτωβρίου 2022.

Η απόφαση της ΕΚΤ να μειώσει τις προβλέψεις της για το ΑΕΠ της ευρωζώνης έρχεται επίσης εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών για την κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας – ιδίως της Γερμανίας, της οποίας οι ενεργοβόρες βιομηχανίες εξαρτώνταν προηγουμένως σε μεγάλο βαθμό από το φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο.

Την περασμένη εβδομάδα, το Ινστιτούτο Ifo, μια έγκυρη δεξαμενή σκέψης με έδρα το Μόναχο, υποβάθμισε την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της χώρας για το 2024 από 0,4% σε 0%, σημειώνοντας ότι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης είναι πλέον βυθισμένη σε μια «διαρθρωτική κρίση».

Το Ifo σημείωσε επίσης ότι οι οικονομικές δυσκολίες της Γερμανίας έχουν επιδεινωθεί από την αδύναμη καταναλωτική ζήτηση. Το σημερινό ποσοστό αποταμίευσης της χώρας, στο 11,3%, είναι πολύ υψηλότερο από τον μέσο όρο του 10,1% κατά τη δεκαετία πριν από την πανδημία.

Σε ίδιο τόνο με την ανάλυση του Ifo, την Πέμπτη, το Διοικητικό Συμβούλιο εξήγησε ότι η «ελαφρά προς τα κάτω αναθεώρηση» των προβλέψεών του για την ανάπτυξη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην «ασθενέστερη συμβολή της εγχώριας ζήτησης τα επόμενα τρίμηνα».

Μιλώντας σε δημοσιογράφους την Πέμπτη, η Λαγκάρντ δεν κατάφερε να δώσει κανένα μήνυμα σχετικά με τις μελλοντικές νομισματικές αποφάσεις της τράπεζας. Επανέλαβε δύο φορές το συχνά ειπωμένο μάντρα της τράπεζας ότι «δεν δεσμεύεται εκ των προτέρων σε μια συγκεκριμένη πορεία επιτοκίων».

Ο Claus Vistesen, επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωζώνης στην Pantheon Macroeconomics, εκτίμησε ότι η επιφυλακτικότητα της Λαγκάρντ μπορεί να είναι αποτέλεσμα της απροθυμίας της να αποφύγει την επανάληψη της απόφασης του Ιουνίου, για την οποία οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ έδωσαν σιωπηρά σήμα για μείωση των επιτοκίων πολύ νωρίτερα.

«Είναι σαφές ότι η ΕΚΤ μετανιώνει πολύ, ή κάποιοι στο [Διοικητικό Συμβούλιο] το κάνουν, για την «προ-δέσμευση» της μείωσης του Ιουνίου σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην είναι πλέον πρόθυμοι να σηματοδοτήσουν έστω και εξ αποστάσεως το πότε θα έρθουν μελλοντικές μειώσεις», έγραψε ο Vistesen στο X.

Οι αγορές αναμένουν τώρα τουλάχιστον μία ακόμη μείωση των επιτοκίων πριν από το τέλος του έτους, με 30% πιθανότητα η επόμενη μείωση να έρθει στην επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Οκτώβριο.

Η απόφαση της Πέμπτης έρχεται πριν από τη συνεδρίαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ την επόμενη εβδομάδα, όπου η Fed είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μειώσει τα επιτόκια για πρώτη φορά από την έναρξη της πανδημίας COVID-19.